Όταν ο άνθρωπος διαχώρισε την συνείδησή του από το πλήθος των ανθρώπων, που μαζί τους αποτελούσε μια φυλή, για πρώτη φορά αισθάνθηκε ότι υπάρχει Θεός.
Μέχρι τότε υπήρχε κίνδυνος, παρέα, αποξένωση, ασφάλεια, κρύο και καταφύγιο. Δεν υπήρχε όμως η έννοια του Θεού.
Γιατί θεός για κάθε άνθρωπο είναι το είδος των δυνάμεων, με τις οποίες μπορεί να επικοινωνήσει, το είδος της συνείδησης που έχει για τον εαυτό του και το είδος της ηθικής που διακρίνει τις σχέσεις του με τους άλλους.
Εμφανίσθηκε λοιπόν η έννοια του θεού στην καθημερινή ζωή του αρχαίου ανθρώπου, που εξακολούθησε να μένει σε μια φυλή, να επικοινωνεί με τους γύρω του και να αγωνίζεται για να διασφαλίσει την επιβίωση. Τώρα όμως όλα ήταν διαφορετικά, γιατί μέσα στην αίσθηση της διαφορετικότητάς του από τους άλλους, άρχισε να κατοικεί μέσα του ο θεός και ο άνθρωπος άρχισε να συναισθάνεται, να διαισθάνεται και να μαντεύει.
Η συναίσθηση είναι η συνεχής κατάσταση της συνείδησης, που επικοινωνεί με ανώτερες δυνάμεις και μέσω αυτής της επικοινωνίας διαχέονται σε αυτήν γνώσεις που δεν ήξερε ότι υπήρχαν, εμπειρίες που είναι πρωτοφανείς και συνείδηση των πραγμάτων, όπως πραγματικά είναι και όχι όπως θα θέλαμε ή θα πιστεύαμε ότι είναι.
Όταν ο άνθρωπος αποκόλλησε την συνείδησή του από όλες τις άλλες συνειδήσεις με τις οποίες ήταν ενωμένη, αντιλήφθηκε για πρώτη φορά ότι υπάρχει μέλλον, ότι ο χρόνος είναι κάτι σχετικό, που μπορεί με ευκολία να το ρυθμίσει και ότι τα πράγματα δεν εξελίσσονται μόνο με βάση την εσωτερική τους νομοτέλεια, αλλά κυρίως με βάση τις αγαθές προθέσεις του θεού. Έτσι έγινε ικανός να μαντεύει.
Σήμερα, θα χρησιμοποιούσαμε περισσότερο την έκφραση «να προβλέπει» και θα είχαμε δίκιο, γιατί σήμερα υπάρχει η δυνατότητα της πρόβλεψης. Και τότε υπήρχε. Μόνο που ήταν γνωστή ως μαντεία ή μαντική.
Τα αρχαία μαντεία ήταν στην ουσία οργανισμοί γνώσης που φύλαγαν μυστικά, επικοινωνούσαν με τους θεούς με συγκεκριμένες μεθόδους, μόνο και μόνο για να λαμβάνουν γνώση, που δεν την κράταγαν για τον εαυτό τους, αλλά ήξεραν ότι τελικά προορίζεται για τις κοινωνίες όπου ζουν, κράταγαν μέσα τους τις επιστήμες, στις αρχικές μορφές όπου πρωτοεμφανιζόντουσαν, αλλά και στην κατοπινή τους εξέλιξη και κυρίως γνώριζαν να διακρίνουν ποια γνώση προέρχεται από τον θεό και ποια είναι αποκύημα της φαντασίας των ανθρώπων.
Με αυτή την έννοια η μαντεία είναι κυρίως ένας μηχανισμός πρόβλεψης. Όμως δεν πρέπει να παρερμηνεύουμε το γεγονός ότι ένας οργανισμός γνώσης που έχει την ικανότητα να λαμβάνει μηνύματα από τους θεούς, έχει και την ικανότητα ο ίδιος να παράγει γνώση, να την διανέμει, να την εξαπλώνει και να φροντίζει για την καλή και ηθική της χρήση.
Το βιβλίο «Τα Πεδία Συνείδησης» έχει έναν λίγο παραπλανητικό τίτλο, που στην πραγματικότητα θα έπρεπε να είναι «Τα Πεδία τα οποία ανοίγονται για τον άνθρωπο, όταν η Συνείδησή του είναι διευρυμένη», όμως η φράση είναι λίγο μεγάλη για τίτλος και χρειάστηκε να περικοπεί.
Όμως ο πραγματικός τίτλος είναι αυτός. Τα Πεδία λοιπόν που ανοίγονται στην διευρυμένη συνείδηση, μια συνείδηση που ο άνθρωπος αποκτά, απλώς διαβάζοντας το βιβλίο. Δεν χρειάζεται να κάνει κάτι άλλο. Δεν χρειάζεται να προσπαθήσει, δεν χρειάζεται να αγωνισθεί, δεν χρειάζεται να κοπιάσει σε λάθος κατευθύνσεις.
Απλώς διαβάζει το βιβλίο και η συνείδησή του διευρύνεται.
Βιργίνια Φατσή
14 Νοεμβρίου 2016