Αρχική Blog Σελίδα 2

Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στην αυτογνωσία

Το καλοκαίρι του 2021 ήταν θερμό. Είδαμε χιλιάδες στρέμματα δάσους να γίνονται παρανάλωμα του πυρός και παράλληλα ο κόβιντ έκανε τις δικές του επελάσεις στην υγεία πολλών γνωστών και φίλων μας. Σίγουρα, δεν ήταν μια περίοδος ανεμελιάς και αγνής διασκέδασης.

Μήπως αυτά τα μηνύματα που έρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον, απευθύνονται σε εμάς και λένε ότι πρέπει να φροντίσουμε λίγο τον εσωτερικό μας κόσμο;

Μήπως η αναζήτηση του εαυτού και των δυνάμεων που κρύβει δεν είναι πια μια πολυτελής ασχολία για λίγους προνομιούχους, αλλά είναι μια αναγκαιότητα για όλους;

Μήπως τα πρωτοφανή μηνύματα που έρχονται για την κακή κατάσταση του πλανήτη περιέχουν και ένα μήνυμα αφύπνισης για όλους τους ανθρώπους;

Υπάρχουν εποχές που ο άνθρωπος είναι συντηρητικός. Κληρονομεί πνευματικά αγαθά από τις προηγούμενες γενιές, μπορεί ακόμα να εκμεταλλευτεί ορισμένες πηγές πλούτου και εκείνο που έχει να κάνει είναι να δημιουργήσει ιδρύματα και θεσμικούς φορείς, για να αξιοποιήσει τα αγαθά που βρήκε και να τα πολλαπλασιάσει. Σε εκείνες τις εποχές αγωνίζεται για να εξαπλώσει όσα κληρονόμησε από άλλους.

Σίγουρα ο 21ος αιώνας δεν είναι μια τέτοια εποχή. Αντίθετα, είναι μια εποχή συλλογικής αφύπνισης αφού όλα όσα νομίζαμε ότι είναι σταθερά, το περιβάλλον, η καλή κατάσταση του πλανήτη, η ασφάλεια στις κοινωνίες μας και οι καλές εργασιακές συνθήκες φαίνεται ότι διακυβεύονται. Το χειρότερο από όλα είναι ότι η υπόγεια και κρυφή ένταση που υποβόσκει στην κοινωνία μας εδώ και χρόνια αρχίζει να εκδηλώνεται και σε λίγο φοβάμαι ότι θα πλημμυρίσουμε από φαινόμενα βίας κυρίως μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον.

Η βία άπαξ και βρει τον τρόπο να ξεσπάσει, επεκτείνεται και κυριεύει ακόμα και φαινομενικά φιλήσυχους ανθρώπους. Και η βία έχει αρχίσει ήδη να ξεσπάει.

Όλοι έχουμε πληροφορηθεί τις δολοφονίες γυναικών. Μήπως είναι ένα προοίμιο μιας αυξανόμενης έντασης στις διαπροσωπικές σχέσεις που δεν ξέρουμε τι μέγεθος θα πάρει και τι συνέπειες θα έχει;

Όταν το περιβάλλον γύρω μας γίνεται παράλογο, τότε είναι η ώρα να αναζητήσουμε τον εαυτό μας. Γιατί παράλογοι δεν είναι οι άλλοι, παράλογοι είμαστε εμείς που δεν έχουμε τον τρόπο να ερμηνεύσουμε τα καινοφανή φαινόμενα της εποχής μας. Αν βρούμε μια βάση για τις ερμηνευτικές μας προσεγγίσεις, αυτόματα ο κόσμος γύρω μας γίνεται προβλέψιμος.

Η αναζήτηση του εαυτού παραδοσιακά λέγεται αυτογνωσία. Είναι μια γόνιμη περίοδος αναζήτησης των ιδεών που μας συγκινούν, των ανθρώπων που θεωρούμε ως πρότυπά μας, της πνευματικής μας οικογένειας και των δυνάμεων που πηγάζουν από τον εαυτό μας.

Η άγνοια, η έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης, η υπερβολική διάχυση στο εξωτερικό περιβάλλον και κυρίως ο αυτοθαυμασμός μας, είναι μερικά από τα εμπόδια που υπάρχουν όταν προσπαθούμε να κατανοήσουμε την σημερινή εποχή και να βρούμε τους σωστούς δρόμους μέσα σε αυτήν.

Η αυτογνωσία είναι ένα γενικό αντίδοτο. Στην κατάθλιψη, στο ξέσπασμα θυμών και νεύρων, στην σύγχυση, στην αδυναμία κατανόησης των πραγματικών κινδύνων.

Όλοι χρειαζόμαστε μια γερή, ωραία αυτογνωσία που κτίζει μέσα μας όλα αυτά που θαυμάζουμε και αγαπάμε.

 

Ένας θάνατος σαν από αρχαία τραγωδία

Μερικές φορές συμβαίνουν στην κοινωνία μας γεγονότα που πρέπει να μας αφυπνίζουν. Με θλίψη και σπαραγμό παρακολουθήσαμε να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας ένα σύγχρονο δράμα. Μια νέα γυναίκα βρέθηκε δολοφονημένη από ληστές που εισέβαλαν στην κατοικία της, έδεσαν την ίδια και τον σύζυγό της και της προκάλεσαν ασφυξία.

Στην αρχή μείναμε άναυδοι. Γίνονται τέτοια πράγματα στην Ελλάδα; Αναρωτηθήκαμε σιωπηλά. Και επειδή ως Έλληνες έχουμε αναπτυγμένη ενσυναίσθηση, βιώσαμε την δραματική αυτή ιστορία, προσευχηθήκαμε για την νέα γυναίκα σαν να ήταν φίλη και γνωστή μας και εξοργιστήκαμε με την εγκληματικότητα που αυξάνεται στην κοινωνία μας.

Δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος στην Ελλάδα που να μην συγκινήθηκε. Και μετά μαθαίνουμε ότι ο δολοφόνος ήταν ο σύζυγος, που περιέφερε την δήθεν θλίψη του στα τηλεοπτικά κανάλια και παρίστανε ότι τον συγκινούσε η ορφάνια της μικρής κόρης του.  Ο συζυγοκτόνος δεν μετάνοιωσε ούτε για μια στιγμή. Αδάκρυτος και αγέλαστος περιέγραφε την δήθεν σκηνή της ληστείας και δεν είχε τον ελάχιστο νου για να αλλάξει την περιγραφή της πραγματικής ληστείας, που βίωσε και του περιέγραψε πριν δύο χρόνια ένας φίλος του.

Ήταν αδάκρυτος και αμετανόητος μέχρι την τελευταία στιγμή, αμετανόητος όπως οι γεννημένοι δολοφόνοι. Είχε τα στυγνά ένστικτα ενός ατόμου που δολοφονεί μια ανυπεράσπιστη γυναίκα, που τον εμπιστεύεται και μένει μαζί του και στην συνέχεια τοποθετεί το βρέφος πάνω στην νεκρή μητέρα για να κάνει πιο αληθοφανή την ιστορία του.

Όταν ένα τέτοιο γεγονός συμβαίνει σε μια κοινωνία σχετικά ήσυχη και συμπαθητική όπως η δική μας, θα πρέπει να μας αφυπνίσει. Μήπως η φαινομενική ησυχία υποκρύπτει τα πραγματικά φονικά ένστικτα ορισμένων;  Μήπως η οργή σιγοβράζει σε φαινομενικά φιλήσυχους πολίτες που επιτίθενται στον άνθρωπο που παντρεύτηκαν; Και μήπως η τόση μεγάλη αύξηση σε αυτοάνοσα νοσήματα, καρδιοπάθειες και καρκίνο, οφείλεται στον εφησυχασμό μας και την αποδοχή ότι τα πράγματα είναι όπως φαίνονται και δεν υπάρχει κάτι παραπάνω;

Και σε τελευταία ανάλυση, εμείς τι κάνουμε για όλα αυτά;

Εμείς μπορούμε να ακολουθήσουμε τους Αθηναίους που άκουγαν τα έργα του Σοφοκλή, του Ευριπίδη και πολλών άλλων. Τότε, παρακολουθούσαν πολύ προσεκτικά τα δρώμενα και επειδή πίστευαν ότι η τραγωδία προέρχεται από έμπνευση των θεών τους,  καταλάβαιναν ότι δεν πρέπει να προσπεράσουν εύκολα τα θέματα αλλά να αναρωτηθούν θέτοντας τα εξής θέματα:

Υπάρχει κάτι στην δική μου ζωή, που να μου θυμίζει διαισθητικά τα όσα παρακολούθησα;

Υπάρχει κάποιος φόβος αόριστος, ότι κάτι θα πάθω, ότι κάποιον θα χάσω αιφνίδια;

Μήπως ανησυχώ υπερβολικά για τους δικούς μου, ή για την ζωή μου;

Μήπως η άγρια επιθετικότητα, μπορεί να υπάρχει και στο δικό μου περιβάλλον, έντεχνα καλυμμένη κάτω από προσωπεία;

Μήπως οι κοινωνικές συμβάσεις έχουν θολώσει το μυαλό μου και δεν αντιλαμβάνονται πράγματα που συμβαίνουν κοντά μου;

Και μήπως η μεγάλη συγκίνηση που μου προκαλεί το γεγονός, οφείλεται σε φόβους που μου δημιουργούν πολύ κοντινοί μου άνθρωποι και σε μια επιθετικότητα που την έχω υποτιμήσει;

Λυπάμαι αφάνταστα για την νέα γυναίκα που έχασε με αυτόν τον τρόπο την ζωή της. Μήπως όμως αυτή η ζωή που έζησε, ο δραματικός της βίος, θα μπορούσαν να βοηθήσουν για να τεθούν πολλά σοβαρά ερωτήματα από πολλούς ανθρώπους; Τότε ο βίος της θα είναι δικαιωμένος και η ζωή της θα συνεχιστεί καλύτερα σε άλλα πεδία.

Τα χρόνια της Μέδουσας

Η Μέδουσα ήταν πασίγνωστο τέρας της Ελληνικής μυθολογίας. Το περίφημο κεφάλι της με τα φίδια, βρισκόταν στην ασπίδα της θεάς Αθηνάς και σε πολλά σημεία, όπου χρειαζόταν η προστασία από τους εχθρούς.

Το περίφημο κεφάλι που όποιος το κοιτάζει πετρώνει, ήταν πραγματικό στην συνείδηση των Ελλήνων.

Οι Έλληνες ως δημιουργοί του πολιτισμού μας, ήταν ενορατικοί και όπως όλοι οι ενορατικοί ήταν ευαίσθητοι άνθρωποι. Όταν λοιπόν κάποιος ή κάποια τους κοιτούσε με το παγωμένο του βλέμμα που έκρυβε την κακία, το μίσος και τον φθόνο, εκείνοι αισθανόντουσαν ένα ρίγος στην ραχοκοκαλιά τους.

Πράγματι, οι ενορατικοί αισθάνονται στα τρίσβαθα της ψυχής τους το μίσος των άλλων, ακόμα και όταν αυτό δεν είναι ορατό με πράξεις. Και το μίσος κουράζει την ευγενική ψυχή τους.

Η αίσθηση που τους δημιουργείται είναι παρόμοια με αυτήν που δημιουργεί το φίδι. Ο φόβος του αναπόφευκτου θανάτου, ο φόβος της αιφνίδιας εγκατάλειψης του βίου, ο φόβος ότι το ανθρώπινο γένος θα απωλεσθεί και εκείνοι δεν θα προλάβουν να χαρούν την δική τους ζωή.

Για να μπορούν να συνεννοούνται μεταξύ τους, όσοι ήταν ενορατικοί και είχαν τις ευαισθησίες, άκουγαν και μετέδιδαν τον μύθο της Μέδουσας.

Ήταν μια γυναίκα με αποτρόπαια έκφραση, που όταν την κοίταζες στα μάτια πάγωνες από τον φόβο σου και σε εγκατέλειπαν οι δυνάμεις. Δεν ήθελες πια την ζωή και εγκατέλειπες τον βίο σου να τον νέμονται οι άλλοι και να καταναλώνουν τα αγαθά σου χωρίς αιδώ και δίχως τρόμο.

Όταν εμφανίστηκε ο Περσέας και ήταν αποστολή του να φονεύσει την Μέδουσα, τον συμβούλευσε η θεά Αθηνά να μην κοιτάξει το τέρας, αλλά να δει μόνο την αντανάκλασή του σε μια γυαλισμένη ασπίδα και με οδηγό την διαίσθησή του να κτυπήσει και να σκοτώσει.

Πράγματι το κακό δεν το πολεμάμε, όταν το κοιτάζουμε κατάματα και συνδιαλεγόμαστε μαζί του. Το πολεμάμε μόνο όταν το βλέπουμε μέσα από μια ολοκληρωμένη κοσμοθεωρία, που φωτίζει τον νου και μας δίνει τις δυνάμεις για να αντέξουμε την δυστυχία του κόσμου και να προχωρήσουμε γενναία σύμφωνα με τις δικές μας προθέσεις.

Η ασπίδα που η Αθηνά έδωσε στον Περσέα, είναι πάντα η ασπίδα της δικής μας διανοίας, μια ασπίδα φωτεινή, γεμάτη δυνάμεις που προστατεύει την διάνοιά μας από τους ιούς και τις επιθέσεις.

Αν έχουμε την ασπίδα, τότε μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την σημερινή πραγματικότητα με θάρρος και ευθύνη, εντοπίζοντας τα προβλήματα εκεί που υπάρχουν και διαπιστώνοντας την έκτασή τους.

Παράλληλα διατηρούμε την ενόρασή μας, για να επικοινωνούμε με ανώτερες σκέψεις και ωραίες ιδέες και να χαίρεται η ψυχή μας.

Εφόσον χαίρεται η ψυχή μας, όλα μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε. Την πανδημία, την οικονομική κρίση, τις δύσκολες ανθρώπινες σχέσεις, την καταστροφή του περιβάλλοντος και τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης στις σημερινές μας κοινωνίες.

Ας διώξουμε την Μέδουσα από την ζωή μας και ας κοιτάξουμε με θάρρος το καλό μέλλον που μπορούμε να κτίσουμε, όταν οι φόβοι μας είναι περιορισμένοι.

 

Χορεύοντας με τους ιούς

Κάποιος μπορεί να πει ότι την χάσαμε την μάχη.

Καταστρέψαμε το φυσικό περιβάλλον του πλανήτη και ο μόνος λόγος, που δεν τα παρατάμε είναι γιατί αυτή είναι η φύση μας. Πρέπει να προσπαθούμε διαρκώς για να ζήσουμε και άλλο μέρος έξω από την Γη δεν προλαβαίνουμε να εποικίσουμε.

Πριν από λίγα χρόνια καταλάβαμε ότι ο ανταγωνισμός για πυρηνικά όπλα μαζικής καταστροφής είναι άχρηστος.

Γιατί όποιος και αν προηγηθεί και κάνει το πρώτο χτύπημα, θα καταστραφεί και αυτός, όπως και οι υπόλοιποι που το ξεκίνησαν.

Επί πολλά χρόνια καίγαμε και καταστρέφαμε, χωρίς να αποκαθιστούμε και να ξανακτίζουμε.

Τώρα κοινή είναι η τύχη αυτών που ξεχέρσωναν τα πάντα για να βγάλουν χρήματα, με αυτούς που έκαναν μάταιες και αναποτελεσματικές προσπάθειες για να τους σταματήσουν.

Όλοι μας βρισκόμαστε μπροστά στην αδυναμία του πλανήτη να φιλοξενήσει τον πολιτισμό μας.

Και το τελευταίο, που είναι το χειρότερο και για αυτό δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει επαρκώς ακόμα είναι ότι βάλαμε ως αντίπαλο τον εαυτό μας, τον ίδιο τον άνθρωπο.

Ξέρουμε ότι τα κάστρα πέφτουν από μέσα. Έτσι αποφασίσαμε να αρρωσταίνουμε τον εαυτό μας και προδίδουμε το είδος μας, όπως το περιέγραψαν και το μελέτησαν οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι και όπως το έκρυψαν στην αρχιτεκτονική του Παρθενώνα.

Σήμερα έχουμε καταλήξει η κοινωνία να διαμορφώνει την ηθική της σε προφανή αντίθεση με τον άνθρωπο. Όποτε ξαναέγινε αυτό στο παρελθόν είχε σαν αποτέλεσμα να καταστραφούν και οι δύο. Και η κοινωνία και ο άνθρωπος.

Στον δρόμο αυτό οδεύουμε σταθερά.

Και αν δεν το θέλουμε;

Και αν δεχόμαστε να κάνουμε όλες τις προσπάθειες που χρειάζονται προκειμένου να επιβιώσουμε, υπάρχει κάποια ελπίδα με θετική προοπτική;

Στις Ελληνικές τραγωδίες υπήρχε πάντα ο από μηχανής θεός.

Δεν μας εγκατέλειψε προφανώς ούτε στην σύγχρονη εκδοχή του δράματος που σήμερα βιώνουμε.

Μας πρόσφερε την Μέθοδο “Δύναμη της Διανοίας”, όπως έδωσε την Φιλοσοφία πριν από 2.500 χρόνια και έκτισε από το μηδέν τον Ελληνικό, δηλαδή τον παγκόσμιο πολιτισμό.

Η Μέθοδος, αρχικά με τα 36 βιβλία της, με παραγωγική δύναμη τον Ελληνικό Λόγο και περιβάλλον για ζωή και εργασία την Κοινωνία της Γνώσης, είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να πολεμήσει την ατιμωτική για τον άνθρωπο κοινωνία της κατάθλιψης, να πολεμήσει τους απειράριθμους ιούς που εξαπλώνονται ραγδαία και να δώσει ελπίδα στο ανθρώπινο είδος.

Θα μου πείτε:

Είσαι υπερβολικός και καταστροφολόγος.

Θα σας ρωτήσω:

Γιατί; Ξέρετε να υπάρχει κάτι άλλο; Κάποια άλλη πρόταση, κάποια άλλη μέθοδος εργασίας, κάποια άλλη θεωρία, που να καταλαβαίνει τον άνθρωπο και να δομεί κοινωνίες;

Και θα συνεχίσω:

Κάνετε τους δυνατούς, που έχουν για θεό μόνο την επιστήμη και τελικά φτάνει να φυσήξει ένας απλός ιός, μια εκδοχή δηλαδή της γρίπης, για να διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη ο πολιτισμός μας και για να μην υπάρχει κοινωνία που να μπορεί να τον πλαισιώσει.

Αυτή είναι η αληθινή εικόνα της πραγματικότητας. Ο κάθε ένας είναι ελεύθερος να διαλέξει.

Η επιστροφή της Περσεφόνης

Την εποχή της Περσεφόνης οι άνθρωποι φοβόντουσαν. Φοβόντουσαν πολύ. Ο μόνος τρόπος για να ξεχνάνε τον φόβο τους, ήταν να πιστεύουν πραγματικά ότι οι θεοί είναι κοντά τους και εκείνοι ξέρουν να κατευθύνουν τις τύχες των ανθρώπων.

Όταν γεννήθηκε η Περσεφόνη, οι άνθρωποι προσπαθούσαν ακόμα να προσαρμοστούν στον αγροτικό βίο. Ήταν νομάδες οι περισσότεροι που πρόσφατα είχαν εγκατασταθεί σε μόνιμες κατοικίες και στήριζαν την επιβίωσή τους, στις καλλιέργειες που προσπαθούσαν να αναπτύξουν.

Δύσκολη ζωή, γεμάτη με κινδύνους. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος προερχόταν από την ψυχή τους που έχοντας τόσες πολλές εμπειρίες από την νομαδική ζωή των φυλών, προσπαθούσε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.

Τα καινούρια δεδομένα πάντα προκαλούν μια ανησυχία στην ψυχή, έναν φόβο, γιατί προτιμά να αντιμετωπίζει αυτά που ήδη γνωρίζει και να βοηθά αποτελεσματικά τον άνθρωπο στον αγώνα για την επιβίωσή τους με βάση τις ήδη αποκτημένες εμπειρίες.

Ο ορίζοντας της ψυχής είναι μερικές χιλιάδες χρόνια. Αν λοιπόν οι άνθρωποι είναι νομάδες και οι εμπειρίες της ψυχής είναι προσαρμοσμένες στον νομαδικό βίο, τότε η μόνιμη εγκατάσταση σε αγροτικούς οικισμούς στην αρχή προκαλεί πολλούς φόβους.

Οι μεγάλοι δάσκαλοι εκείνης της εποχής, εκείνοι που έφτιαξαν τους μύθους της φυλής μας, αναγνώρισαν τον φόβο των ανθρώπων και προσευχήθηκαν στους θεούς να τους δώσουν την δύναμη για να διώξουν τον φόβο από τους ανθρώπους.

Τότε τους δόθηκε ο μύθος της Περσεφόνης.

Η Περσεφόνη ήταν μια γενναία γυναίκα, κόρη Διός, μεγαλωμένη από την Δήμητρα, μικρή θεά και εκείνη, έτοιμη να μεγαλώσει.

Μια μέρα, λέει ο μύθος, πήγε η Περσεφόνη στους αγρούς, φθινόπωρο θα ήταν, είχαν αρχίσει ήδη να πέφτουν τα πρώτα φύλλα, η σπορά είχε ολοκληρωθεί, ο τρύγος είχε γίνει και οι άνθρωποι άλεθαν το σιτάρι στους πέτρινους μύλους.

Καθώς η Περσεφόνη κοιτούσε γύρω της την γη και αναπολούσε το καλοκαίρι, ήρθε ο Άδης και την πήρε, την κατέβασε στους κάτω κόσμους, εκεί που ζουν οι ψυχές πριν πάνε στα Ηλύσια Πεδία.

Συμμετείχαν οι άνθρωποι στον μύθο, ήταν σαν να άκουγαν τους δικούς τους φόβους. Φοβόντουσαν και αυτοί ότι θα πεθάνουν και θα πάνε στον κάτω κόσμο, γιατί όταν η τροφή έχει εξαφανιστεί από την γη, ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι η βλάστηση θα επιστρέψει και θα υπάρχει πάλι ζωή για τους ανθρώπους;

Μην φοβάστε, τους έλεγαν οι δάσκαλοι. Ήρθε η Δήμητρα, η πανώρια θεά που κάθε μέρα επιβλέπει τους αγρούς μας για να φυτρώνει το σιτάρι και να κάνει τον καρπό του. Χωρίς την Δήμητρα τι θα ήταν οι αγροί μας; Χέρσο χώμα να το κοπρίζουν τα βουβάλια.

Και τι έγινε; Ρωτούσαν οι άνθρωποι με αγωνία.

Η Δήμητρα πήγε στον Δία, ήταν αδερφή του, αρχαία θεά, στο ανάστημά του και του είπε: «Δία, αν θέλεις να αφανίσεις το γένος των ανθρώπων και να πεθάνουν από την πείνα, δεν μπορώ να αντιταχθώ στην βούλησή σου. Αν όμως θέλεις να δούμε πάλι την θάλασσα από τα σιτηρά να κυματίζει στα λιβάδια, πρέπει να φέρεις την κόρη μας πίσω, κοντά μου».

Σκέφθηκε ο Δίας και έπραξε ορθά, όπως πάντα. Έξι μήνες η Περσεφόνη θα έμενε κοντά στον άντρα της, στον κάτω κόσμο και έξι μήνες θα ανέβαινε να ζήσει με την μητέρα της και να ανθίσει η γη.

Ο μύθος περιέχει μεγάλη αλήθεια. Γιατί πράγματι δυναμώνουν τα δέντρα και τα φυτά βγάζουν ρίζες στην διάρκεια του χειμώνα. Μετά, στην διάρκεια της άνοιξης έχουμε ανθοφορία και οι μικροί βλαστοί εμφανίζονται στο φως του ήλιου.

Οι άνθρωποι ανακουφιζόντουσαν. Η παρουσία της Δήμητρας και ο αγώνας της για την Περσεφόνη, έδιωχνε μακριά τους φόβους.

Πέρασαν τα χρόνια και οι άνθρωποι συνήθισαν στην αγροτική ζωή,  γέμισε εμπειρίες η ψυχή τους και απομακρύνθηκε κάθε φόβος.

Όμως, πόση αλήθεια υπάρχει στον μύθο της Περσεφόνης! Μήπως και ο άνθρωπος δεν περνάει μια περίοδο εσωστρεφούς ενατένισης, πριν αρχίσει να βαδίζει σταθερά στον δρόμο της προόδου, αφομοιώνοντας τα νέα δεδομένα της εποχής του;

Η εποχή μας, είναι μια όμορφη εποχή. Ελπίζουμε σε μια πνευματική άνοιξη, που θα φέρει πάλι κοντά μας το πνεύμα των Ελλήνων, την αγωνιστικότητα, την εξωστρέφεια, το θάρρος και την καινοτομία που πάντα τους χαρακτηρίζει.

 

Η ονοματοδοσία της Αθήνας. Ένας διαφωτιστικός μύθος.

Οι γυναίκες στην αρχαία Ελλάδα είχαν πολλά προνόμια, σε αντίθεση με τις σημερινές γυναίκες που αγωνίζονται ακόμα για να εδραιώσουν όσα δικαιούνται και νομιμοποιούνται να απολαμβάνουν ως ανθρώπινα και δημοκρατικά δικαιώματα.

Στην αρχαία Ελλάδα οι γυναίκες ήταν πολύ αξιοσέβαστες. Καταλάμβαναν δημόσια αξιώματα ως ιέρειες ναών, μαίες και θεραπεύτριες, εξειδικευμένες υφάντριες και εργαζόμενες σε οργανωμένες οικοτεχνίες.

Στην κοινωνία τότε η εργασία ήταν είτε απολύτως χειρωνακτική, είτε απολύτως πνευματική, γεγονός που βοηθούσε να μην υπάρχουν διακρίσεις μεταξύ των δύο φύλων. Όλοι εργαζόντουσαν χειρωνακτικά και παράλληλα μοχθούσαν για την πνευματική τους εξέλιξη.

Τόσο οι γυναίκες όσο και οι άνδρες προσπαθούσαν να εξειδικευθούν σε εργασίες που ήταν κατάλληλες για τις δυνάμεις και τις δεξιότητές τους.

Παράλληλα, κανένα εμπόδιο δεν υπήρχε στην πνευματική τους εξέλιξη των γυναικών, αφού εκείνες, όπως και οι άνδρες είχαν το δικαίωμα να ακολουθούν τους Δασκάλους, να μαθητεύουν στις διδασκαλίες, να εξελίσσονται  πνευματικά και να έχουν λόγο στα θέματα που αφορούσαν την ζωή και το μέλλον της πόλης όπου κατοικούσαν.

Είναι γνωστός σε όλους μας ο μύθος της ονοματοδοσίας της Αθήνας. Λέει ο ωραίος μύθος ότι συγκεντρώθηκαν όλοι οι κάτοικοι, άνδρες και γυναίκες γιατί ήταν η εποχή να αποφασίσουν για το μέλλον της πόλης τους και την ποθητή ευημερία. Ήρθε σε αυτούς το μήνυμα ότι θα μιλήσουν οι θεοί και έτσι όλοι συγκεντρώθηκαν στην Πνύκα.

Ο Ποσειδώνας, προφανώς μέσω του εκπροσώπου του, είπε: «Σας έδωσα την ζωή που ζείτε σήμερα και την γνωρίζετε καλά. Έχετε γερά πλοία και ταξιδεύετε στις θάλασσες χωρίς κινδύνους. Μπορείτε να εξελιχθείτε σε θαλασσοκράτειρα πόλη και οι στόλοι σας να διαπλέουν όλη την Μεσόγειο. Θα είστε όλοι ναυτικοί και θα φτάνετε στην άλλη άκρη του κόσμου για να δείτε τα όσα θαυμαστά υπάρχουν, κάνοντας επικερδές εμπόριο.

Αν χρειαστεί να κάνετε πόλεμο θα σας δώσω δυνατά άλογα, όπως αυτά που έχουν οι Αμαζόνες και έτσι θα νικήσετε τον πόλεμο και θα αφανίσετε όποιον τολμά να επιτεθεί στην δική σας πόλη.

Αν χρειαστείτε να ταξιδέψετε ακόμα πιο μακριά, θα σας δώσω πιο γερά πλοία και σύντομα οι θάλασσες της υφηλίου θα είναι δικές σας θάλασσες.

Το εμπόριο θα ανθεί και τα πλούτη θα συσσωρεύονται στην δική σας πόλη. Όλοι θα είστε πλούσιοι και η ευημερία της πόλης σας θα εξαρτάται από το εμπόριο».

Άκουσαν προσεκτικά τον Ποσειδώνα και αντιλήφθηκαν την δύναμη των δικών του λόγων. Ναυτικοί ήταν τότε και ήξεραν καλά τους θαλάσσιους δρόμους. Αν ακολουθούσαν τον Ποσειδώνα θα συνέχιζαν να είναι ναυτικοί και να αυξάνουν τα πλούτη τους σε γνωστά αλλά και νέα λιμάνια. Ήταν πολύ δελεαστικό και οι περισσότεροι άντρες αποφάσισαν να ψηφίσουν υπέρ του Ποσειδώνα, καθορίζοντας έτσι το μέλλον της δικής τους πόλης, ένα μέλλον πολύ όμοιο με το παρελθόν της.

Τότε μίλησε η Αθηνά, προφανώς δια της εκπροσώπου της και είπε:

«Έχετε μια ωραία πόλη εδώ και ο Βράχος σας προσφέρει την ασφάλεια που χρειάζεστε, όταν από μακριά φαίνονται οι εχθροί σας. Μπορείτε να μείνετε εδώ και να διατηρήσετε τον στόλο σας για να κάνει τις συνήθεις εργασίες. Όμως εσείς μπορείτε να κάνετε κάτι καλύτερο.

Μπορείτε να δημιουργήσετε Πόλεις σε όλον τον κόσμο, όπου οι άνθρωποι θα έχουν ίσα δικαιώματα, θα απαγορεύονται οι δυνάστες και κάθε άνθρωπος που λαχταρά την ειρήνη θα μπορεί να κτίσει εκεί την φωλιά του.

Για να γίνει αυτό, θα πρέπει εσείς να φύγετε μπροστά, να ξεχάσετε την εποχή σας και να δείτε με τα ίδια σας τα μάτια τους νέους κόσμους που ξεκινάτε να κτίσετε.

Η ενόραση είναι μια θεϊκή ιδιότητα και όλοι μπορούν να την αξιοποιήσουν. Όμως, δεν αξιοποιείται με τα ταξίδια και τα θαύματα που θα δουν τα μάτια σας στις ξένες πόλεις.

Ο τρόπος για να αξιοποιήσετε την ενόρασή σας είναι να μείνετε εδώ, στην σκιά του βράχου και όπως η ελιά ριζώνει και απλώνει τις βαθιές της ρίζες σε όλα τα εδάφη, έτσι και εσείς θα απλώσετε τις βαθιές σας ρίζες σε όλο τον κόσμο και από τους καρπούς της δικής σας σοφίας θα γίνει ένας νέος κόσμος.

Η πόλη σας θα ονομάζεται Αθήνα, που σημαίνει αυτή που δεν έχει όριο, βλέπει μακριά με την όρασή της και ριζώνει εκεί που βρίσκεται για να δημιουργήσει».

Άκουσαν προσεκτικά την Αθηνά και οι άνδρες πήγαν να δυσανασχετήσουν. Εκείνοι ήθελαν την περιπέτεια και τα καινούρια εδάφη, τους στενοχωρούσε η ιδέα να μείνουν σε έναν τόπο και να ριζώσουν.

Οι γυναίκες όμως κατάλαβαν τι ήθελε να πει η Αθηνά, τους έδειχνε ένα μέλλον που ήταν προδιαγραμμένο και ο κατάλληλος τρόπος για να το δημιουργήσουν ήταν να μείνουν στην πόλη τους και να αποκτήσουν και αυτοί την ιδιότητα που τους προσέφερε η θεά, την ενόραση.

Η ενόραση μας δείχνει πάντα το μέλλον, ένα μέλλον που υπάρχει και βρίσκεται εκεί για εμάς. Αν το δούμε και το ενστερνιστούμε, τότε αυτομάτως δημιουργείται και ο δρόμος για να βαδίσουμε προς αυτό.

Έτσι έγιναν τα πράγματα και όλες οι γυναίκες ψήφισαν υπέρ της Αθηνάς. Γιατί εκείνες πρώτες κατάλαβαν τι ήθελε να πει η θεά και πού βρισκόταν ένα μέλλον καλό για την δική τους πόλη.

 

Η αναγέννηση της σκέψης μας

Στην εποχή μας ζούμε τον θάνατο του παλιού, όπου παλιό είναι η μίμηση ξένων προτύπων, η υπακοή σε ατελέσφορες ιδεολογίες περί κοινωνικών μετασχηματισμών και η πίστη μας σε «σωτήρες».

Σωτήρες πια δεν υπάρχουν. Ο κάθε ένας καλείται να σώσει τον εαυτό του από την θλίψη που απειλεί να τον καταβάλει και να αντιμετωπίσει την ζωή με αισιοδοξία και σθένος.

Είναι μια ωραία εποχή αυτή που ανατέλλει. Ο άνθρωπος θα βρει και πάλι τις ανώτερες δυνάμεις της διανοίας του, θα εργαστεί για καλά έργα και θα αναβαπτιστεί στις αξίες που δημιούργησαν τον πολιτισμό μας.

Νομίζω ότι φθάσαμε στο μη παρέκει. Τα δοκιμάσαμε όλα και δεν έχουν επιτύχει. Ίσως είναι καιρός να δοκιμάσουμε την πίστη στον εαυτό μας, την πεποίθησή μας ότι ο άνθρωπος γεννιέται για να κάνει καλά έργα και την αδάμαστη αισιοδοξία που πάντα μας διέκρινε ως Έλληνες.

Οι Έλληνες έβλεπαν τους Πέρσες να έρχονται, πίσω από αυτούς έβλεπαν να έρχονται αιώνες σκοτεινοί, γεμάτοι θλίψη και όμως είχαν το θάρρος να κάνουν μέχρι την τελευταία στιγμή καλά έργα.

Εμείς βαδίζουμε προς το φως. Οι σκοτεινοί αιώνες έχουν περάσει. Μπορούμε να μην το έχουμε δει ακόμα, όμως το φως υπάρχει και περιμένει τον κάθε έναν από εμάς να αναβαπτιστεί στις αρετές της δικής του διανοίας και να ανακαλύψει έναν εαυτό που τον ικανοποιεί και τον δικαιώνει.

Όμως, τι είναι το φως; Μήπως είναι μια συγκεκριμένη δέσμη φωτονίων που διαπερνά τα μαύρα πέπλα της συνείδησής μας και εγκαθίσταται στον νου μας; Ή μήπως είναι η ελπίδα και η ανάγκη να δουλέψουμε για έναν καλύτερο κόσμο;

Είναι και τα δύο.

Η ελπίδα και η ανάγκη ενώνονται με το φως που διαλύει τα μαύρα πέπλα της απελπισίας και συγκροτούν μια συνεχή κατάσταση αφύπνισης που ζωογονεί το νου μας.

Οι ιδιότητες που έχει ο άνθρωπος είναι αρκετές για να ξεπεράσουμε όλα τα εμπόδια, όλες τις ανασφάλειες και όλους τους φόβους. Αρκεί να τις αφυπνίσουμε.

Για να αφυπνίσουμε τις ανθρώπινες ιδιότητές μας αρκεί να επιθυμήσουμε για λίγο μια κοινωνία πιο ανθρώπινη, με περισσότερη φροντίδα για τον άνθρωπο και λιγότερη φροντίδα για τα υλικά αγαθά που γίνονται σκόνη.

Όταν επιθυμούμε την ανθρωπιά γύρω μας ο νους μας φωτίζεται και ο εγκέφαλός μας λειτουργεί σε υψηλότερες συχνότητες. Τότε, οι φόβοι απομακρύνονται, οι ανασφάλειες υποχωρούν και η γενναιότητα επικρατεί μέσα μας και γύρω μας.

Χρειάζεται να προσέχουμε πολύ καλά τι συμβαίνει γύρω μας. Οι καιροί είναι δύσκολοι και ο μόνος τρόπος για να μην επαναλάβουμε τα λάθη μας είναι να μάθουμε όσο πιο πολλά μπορούμε από την εποχή που ζούμε.

Η εποχή μας χαρακτηρίζεται από την εύκολη διάδοση ειδήσεων, υπάρχουν όλα τα μέσα για να επιτευχθεί αυτό. Επιπλέον, στα πλαίσια της δημοκρατίας, ο κάθε ένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει την γνώμη του σε διάφορα μέσα.

Είναι όμως αλήθεια τα όσα ακούμε; Ή μήπως είναι το αποτέλεσμα μιας προσπάθειας παραπλάνησης και αποπροσανατολισμού; Αυτό, δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε.

Όμως μπορούμε να σκεπτόμαστε. Το μεγαλύτερο δικαίωμα του ανθρώπου, η μεγαλύτερη ελευθερία προκύπτει από την ικανότητά του να σκέπτεται με ήρεμη και λογική σκέψη.

Η ηρεμία είναι αυτή που προσέλκυσε πολλούς ανθρώπους στον τρόπο σκέψης της ελληνικής φιλοσοφίας. Εκεί οι άνθρωποι αρκούνται να ερευνούν προσπαθώντας να διαλευκάνουν τα μυστήρια του βίου και να ασκήσουν τον νου τους με τρόπο ώστε να ανακαλύπτει εύκολα την αλήθεια με τις δικές τους δυνάμεις.

Είναι ωραίο να στηρίζεται ο άνθρωπος στις δικές του δυνάμεις για να ερευνά όσα συμβαίνουν στην εποχή του και να καταλήγει σε ορισμένα συμπεράσματα που είναι δικά του. Η επιδίωξη της ελεύθερης σκέψης φέρνει πάντα την ηρεμία στην ψυχή, την φιλανθρωπία στον νου και την αγάπη για τον άνθρωπο σε όλες του τις εκφράσεις.

 

Η ευτυχία της ψυχής αρχίζει με την ανάγνωση του κατάλληλου βιβλίου

Η ευτυχία της ψυχής είναι η κατάσταση που μας δείχνει ότι βρισκόμαστε σε σωστό δρόμο και ακολουθούμε μια καλή πορεία στην ζωή μας. Τότε, η ψυχή μας είναι ήρεμη, η διάθεσή μας είναι καλή και προσπαθούμε πάντοτε να δίνουμε μια ήπια λύση στα προβλήματά μας.

Όταν υπάρχει η ευτυχία της ψυχής, τότε είμαστε δυνατοί. Είμαστε πραγματικά δυνατοί και οι αντιξοότητες δεν μας τρομάζουν.

Η ευτυχία της ψυχής είναι μια κατάσταση ανέφελης ενατένισης του παρόντος, πάντα από μια απόσταση, από την ηρεμία του ανθρώπου που κατόρθωσε να βρει τους σκοπούς του και αυτοί να είναι ηθικοί, σωστοί και δίκαιοι.

Αυτή την ήρεμη ενατένιση μπορεί να μας την προσφέρει το πνεύμα μας, για αυτό και η ευτυχία της ψυχής μας εξαρτάται εν πολλοίς από το πνεύμα μας.

Το βιβλίο «Η Ευτυχία της Ψυχής» απευθύνεται στο πνεύμα μας και θέλει να το διαβεβαιώσει ότι ήρθε η εποχή για να βρει και πάλι η ψυχή την ευτυχία της, την ήρεμη ενατένιση, την καλή διάθεση, τις πολλές δυνάμεις.

Υπάρχουν εποχές που η ψυχή μας είναι ταραγμένη και μια από αυτές διανύουμε και σήμερα. Όλο και περισσότερο συνειδητοποιούμε ότι οι ευφυείς και ευχάριστες λύσεις που κατασκευάζουμε με το μυαλό μας, δεν μας φέρνουν την πολυπόθητη ευτυχία, ούτε την γαλήνη.

Για αυτό, όταν διαβάζουμε το βιβλίο «Η Ευτυχία της Ψυχής» κάτι μέσα μας γαληνεύει, είναι η γνώση του καλού ανθρώπου ότι βρήκε μια άκρη, μια αφορμή και μια αιτία για να βαδίσει ήρεμα στον δρόμο που οδηγεί στην δική του ευτυχία.

Ο δρόμος για την ψυχική υγεία αρχίζει με την ανάγνωση ενός βιβλίου

Στις παλαιές εποχές οι άνθρωποι συνήθιζαν να στρέφονται σε ανώτερες δυνάμεις για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα του βίου τους. Ήταν ωραίες εποχές τότε, ο άνθρωπος έκανε το προφανές, αναγνώριζε την αδυναμία του και ζητούσε βοήθειες.

Τότε ερχόταν η βοήθεια άλλοτε με την μορφή στοχαστικών κειμένων, άλλοτε με την μορφή μιας απρόσμενης καλοτυχίας και άλλοτε με την μορφή καινούριων ανθρώπων που ερχόντουσαν και έφερναν καινούριες δυνάμεις.

Σήμερα, αισθανόμαστε ότι έχουμε πολλές βοήθειες από την επιστήμη, από την οργανωμένη κοινωνία, από τους άλλους γύρω μας. Και πράγματι έτσι είναι. Όμως, είμαστε αβοήθητοι στο πιο σημαντικό από όλα που είναι η ψυχική μας υγεία.

Τα φάρμακα δεν θεραπεύουν την ψυχή. Απλώς αποκοιμίζουν τον άνθρωπο για να μην αντιδρά στα κελεύσματα της ψυχής του. Όμως τα έργα της διανοίας είναι βάλσαμο για την ψυχή και μάλιστα όταν έχουν γραφεί και προορίζονται για να βοηθήσουν τον άνθρωπο στα θέματα της ψυχικής του υγείας, είναι πολύ αποδοτικά.

Η Ψυχική Υγεία είναι ένα βιβλίο που έχει γραφεί για να βοηθήσει τον άνθρωπο να βρει και να θεραπεύσει τις αιτίες της δικής του δυσπραγίας. Κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός και έχει διαφορετικά θέματα. Όλοι όμως έχουμε μια κοινότητα σε ό,τι αφορά την ψυχή μας. Δεν μπορούμε να την αγνοήσουμε. Δεν μπορούμε να ενεργούμε συστηματικά εις βάρος των ψυχικών μας δυνάμεων. Και δεν μπορούμε να καταπνίξουμε την φωνή της ψυχής μας σε έναν οχετό σύγχρονων αντιλήψεων και απόψεων, οι περισσότερες από τις οποίες είναι εσφαλμένες.

Όταν διαβάζουμε την  «Ψυχική Υγεία» κάτι μέσα μας ξυπνά και δίνει τις πρώτες ενδείξεις της δικής του παρουσίας στην ζωή μας. Είναι η μνήμη μας, η βαθιά μνήμη του ανθρώπινου είδους, η φυλετική μας μνήμη που έχει αποθηκεύσει όλες τις ενδείξεις θάρρους και σθένους που επιδείξαμε μπροστά στις αντιξοότητες. Είναι ωραία αυτή η αφύπνιση και μας φορτίζει με δυνάμεις, τις δυνάμεις που επέδειξε εκείνος ο μικρός ανθρωπίδης που κατάφερε να σταθεί στα δύο του πόδια και να κοιτάξει τον ουρανό και μετά να προχωρήσει με τόση αποφασιστικότητα και θάρρος ώστε σήμερα να έχει κατακτήσει τα άστρα.

 

Ο κορωνοϊός ήρθε για να μας αφυπνίσει

Στις εποχές του εγκλεισμού (lockdown) δύο πράγματα μπορούμε να κάνουμε για να διατηρήσουμε την ηρεμία και την αποστασιοποίηση από τους φόβους.

Το πρώτο είναι να στραφούμε στον εαυτό μας. Εφόσον οι πολύβουες συναντήσεις έχουν καταργηθεί εκ των πραγμάτων και ο συνωστισμός είναι ανεπίτρεπτος, ο εαυτός μας μπορεί να γίνει μια πολύ καλή παρέα.

Είναι αλήθεια ότι για να βρεθεί κανείς με τον εαυτό του και να κάνει καλή παρέα με αυτόν, χρειάζονται κάποιες έκτακτες συνθήκες, αφού μέχρι πρότινος η εποχή μας επιζητούσε πολλή επικοινωνία, πολλή εξωστρέφεια και πολλές παρέες.

Εξωστρέφεια στην δουλειά, εξωστρέφεια στον ελεύθερο χρόνο ακόμα και στον ύπνο, εξωστρεφείς παραμέναμε.

Παράλληλα ο εαυτός μας βρισκόταν πάντα εκεί, επιφορτισμένος να διατηρεί τις αναμνήσεις μας, να μας θυμίζει τις ωραίες στιγμές και να μας επισημαίνει τι πραγματικά μας ευχαριστεί και μας κάνει καλό. Μόνο που δεν είχαμε χρόνο να του αφιερώσουμε.

Όταν κάνουμε καλή παρέα με τον εαυτό μας, τότε έρχονται και οι δάσκαλοι στην ζωή μας. Ο δάσκαλος μπορεί να είναι ένας απλός άνθρωπος που λέει κάτι σωστό και το παρατηρούμε, ενώ στις εποχές της εξωστρέφειας θα το πετούσαμε στον κάλαθο των αχρήστων.

Ή μπορεί να είναι ένας από τους γνωστούς δασκάλους, αυτούς που γράφουν βιβλία για να εκφράσουν τις απόψεις και τις θέσεις τους. Όταν αγαπάμε τον εαυτό μας, θα έρθουν και αυτοί οι δάσκαλοι και θα διαβάσουμε τα κατάλληλα βιβλία.

Οι εποχές του εγκλεισμού είναι εποχές αγάπης. Ας αγαπήσουμε τον εαυτό μας, ας αγαπήσουμε τους δασκάλους που θα έρθουν κοντά μας και ας αγαπήσουμε ξανά τις παναθρώπινες αξίες. Τότε θα έχουμε κάνει ένα βήμα για τον πραγματικό απεγκλωβισμό μας, από ό,τι μας στενοχωρεί και μας καταδυναστεύει.

 

Πολλές φορές οι σκέψεις μας είναι σκόρπιες, απομονωμένες η μία από την άλλη και χωρίς προοπτική να ενωθούν μεταξύ τους. Για να ενωθούν οι σκέψεις μας και να αναπτυχθούν χρειάζονται τον κατάλληλο χώρο, που είναι ο χώρος της δικής μας διανοίας.

Ας φανταστούμε την διάνοια σαν τον καμβά ενός επιδέξιου ζωγράφου, που γνωρίζει πολύ καλά τι θα ζωγραφίσει. Εμείς όμως κοιτάζουμε τον άδειο καμβά και προσπαθούμε να δούμε τι μπορεί να υπάρξει.

Εμείς είμαστε ο ζωγράφος, εμείς και οι παρατηρητές. Αν συνειδητοποιήσουμε ότι στον χώρο της δικής μας διανοίας, οι σκέψεις μπορεί να είναι ενωμένες και να φτιάχνουν μια ωραία σύνθεση που λέει πολλά, τότε έχουμε κάνει ένα βήμα προς τις πηγές της ψυχικής μας γαλήνης.

Όπου η ψυχική γαλήνη είναι ο τόπος όπου τα οράματα βρίσκουν το καταφύγιό τους, οι σκέψεις μας ενώνονται σε ωραίες συνθέσεις και οι λογισμοί μας βρίσκουν τα ασφαλή τους λιμάνια.

 

Ο άνθρωπος στην ακάματη πορεία του προς την γνώση έχει δύο σημαντικούς συμμάχους. Ο ένας είναι η αγάπη του προς τα ωραία έργα, αυτά που γίνονται για να βοηθήσουν τους ανθρώπους να προοδεύσουν και να ανακαλύψουν σιγά σιγά τις αρετές της δικής τους διανοίας.

Ο άλλος σύμμαχος είναι οι αναμνήσεις του από εκείνες τις εποχές που το ανθρώπινο είδος ευημερούσε και ο άνθρωπος ανακάλυπτε τις δυνατότητες της δικής του διανοίας.

Ο κάθε ένας από εμάς γνωρίζει πράγματα με έναν αυθόρμητο, ενορατικό τρόπο, ή διαισθάνεται πράγματα, χωρίς να μπορεί να εξηγήσει από πού προέρχονται αυτές οι γνώσεις.

Ο κάθε ένας από εμάς θυμάται στιγμές που κατέφυγε στην εσωτερική του γνώση για να βρει απαντήσεις σε σημαντικά προβλήματα που τον βασάνιζαν.

Και ο κάθε ένας από εμάς γνωρίζει στιγμές που αίρεται και ενώνεται με έναν ανώτερο κόσμο ιδεών, σκέψεων και σοφίας πολύ διαφορετικό από την συνήθη πραγματικότητα που βιώνει.

Ας εμπιστευθούμε τον εαυτό μας και ας του δώσουμε τον χώρο για να ξεδιπλώσει τις αρετές της δικής του διανοίας και τις πηγές της δικής του σοφίας. Τότε εμείς θα έχουμε γίνει υγιέστεροι και ευτυχέστεροι και ο κόσμος γύρω μας θα έχει γίνει λίγο καλύτερος.

 

Από τα πολύ παλιά χρόνια μιλάμε για το φως και το σκότος. Στην φαντασία των πρωτόγονων ανθρώπων το φως ήταν κάτι καλό που το ήθελαν όλοι, ενώ το σκότος ήταν δυσάρεστο και προσπαθούσαν να το αποφύγουν.

Όμως τι είναι το φως; Μήπως είναι μια ενέργεια που παράγεται στον εγκέφαλό μας όταν αυτός ασχολείται με έργα υψηλής αξίας, ή μήπως είναι μια ενέργεια που υπάρχει γύρω μας και εγκλείεται σε έργα υψηλής αξίας, που άλλοι έχουν δημιουργήσει;

Τι είναι το σκότος; Μήπως είναι μια δυσάρεστη κατάσταση που επικρατεί στον εγκέφαλό μας όταν οι σκέψεις μας είναι άγονες και συμφύρονται η μία με την άλλη, σε έναν συμφυρμό που μας δυσαρεστεί και μας παράγει άγχος;

Ή μήπως είναι μια δυσάρεστη κατάσταση που επικρατεί γύρω μας και επηρεάζει τον εγκέφαλό μας με αρνητικό τρόπο;

Ίσως είναι και τα δύο. Το φως μέσα μας είναι το ίδιο με το φως που υπάρχει γύρω μας. Και αντιστοίχως το σκότος.

Μήπως όταν εννοούμε να φωτιστούμε, εμείς βοηθάμε το φως να αναπτυχθεί μέσα μας και εκείνο συντονίζεται με το φως γύρω μας; Μήπως η επιδίωξή μας να παραχθεί φως, ισοδυνάμως απομακρύνει το σκότος;

Το σκότος δεν μπορούμε να το πολεμήσουμε ευθέως, όμως μπορούμε να το αφανίσουμε καθώς μέσα μας επιδιώκουμε να αναπτυχθεί η αγάπη για τα έργα της διανοίας, η αγάπη για τον εαυτό μας και για κάθε συνάνθρωπό μας που έχει υψηλές αξίες.

 

Ο κορωνοϊός δεν ήρθε για να μας αφανίσει. Ήρθε για να μας αφυπνίσει. Προκάλεσε μια έκτακτη κατάσταση βάζοντάς μας μπροστά σε προβλήματα που η ανθρωπότητα συνεχώς αντιμετώπιζε στο παρελθόν, αλλά εμείς πιστεύαμε ότι έχουν εξαλειφθεί. Είχαμε ξεχάσει τι είναι μια επιδημία.

Νομίζαμε ότι καθώς ασχολούμαστε με τα τρέχοντα και μας απορροφά η επανάληψη της καθημερινότητάς μας, είμαστε ασφαλείς. Οι μόνοι αντίπαλοι που βλέπαμε μπροστά μας ήταν η οικονομική κρίση, το γήρας, ίσως ορισμένες ασθένειες και η αμετροέπεια των φιλοδοξιών μας.

Ο άνθρωπος δεν είναι ποτέ ασφαλής όσο ζει σε αυτόν τον πλανήτη, είτε οι φυσικές καταστροφές, είτε οι ιοί, είτε τα βακτήρια θα του υπενθυμίζουν πάντα την θνητότητά του. Όμως γιατί να έχουμε τον φόβο της θνητότητας; Γιατί να μην διασφαλίζουμε την αθανασία, επιλέγοντας να ασχοληθούμε με τα μεγάλα και όχι μόνο με τα καθημερινά της επιβίωσής μας; Όπως έχουν δείξει οι μεγάλοι φιλόσοφοι, ο άνθρωπος υπερβαίνοντας τον εγκλωβισμό του στα θέματα της επιβίωσης, ανέρχεται αυτοδυνάμως στα ύψη της δικής του διανοίας και κατακτά την αθανασία.